Η αράχνη
Κρεμόμουν από μια κλωστή
αλλά ποτέ δεν με πρόσεξες.
Σε είδα να υποφέρεις
και να βυθίζεσαι στην θλίψη.
Όλα γύρω σου κόκκινα.
Αίμα είναι αυτό;
Όχι δεν είναι δικό τους.
Είναι δικό σου.
Σε χλευάζουν.
Μαύρο. Παντού μαύρο.
Μα εσύ προσδοκείς το λευκό φως να σε καταπιεί.
Τι να κάνω;
Κουκούλι να πλέξω να σε κρύψω
ή να σε πνίξω, να σωπάσεις,
να πάψω να σ ’ακούω,
να πάψω να νιώθω ένα ασήμαντο και αόρατο αρθρόποδο.
Γεωργία Κοκολάκη Α’3